O ANΘΡΩΠΟΣ ΣΤΟΝ ΛΕΥΚΟ ΠΥΡΓΟ
• Το 1962 ο Αμερικάνος συγγραφέας Φίλιπ Ντικ
δημοσίευσε το βιβλίο του «Ο άνθρωπος στο ψηλό κάστρο». Το έργο αυτό
πραγματεύεται ένα εναλλακτικό φανταστικό παρόν (δεκαετία του 1960), σύμφωνα με
το οποίο οι Σύμμαχοι είχαν ηττηθεί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δυνάμεις του
Άξονα μοίρασαν τον κόσμο ανά μεταξύ τους και στην Ευρώπη (και όχι μόνο), το Γ΄
Ράιχ εγκαθίδρυε την νέα Τάξη του. Το κατά πόσο το σύγγραμμα του Ντικ θα
μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «αντιναζιστικό» είναι ένα ζήτημα αμφιλεγόμενο,
καθότι παρόλες τις αναφορές σε άκαρδους και φανατισμένους ξανθούς ψυχρούς
εκτελεστές ενός ημιπαράφρονα Φύρερ, σε μαζικές γενοκτονίες και σε φούρνους για
Εβραίους, η Ευρώπη ευημερεί, υπάρχει μια σταθερή και ειρηνική παγκόσμια τάξη,
ενώ η επιστήμη και η τεχνολογία ακμάζουν σε εκπληκτικό βαθμό, ενώ η ανθρωπότητα
ετοιμάζεται να αποικίσει το σύμπαν. Δεν πρόκειται όμως για ένα έργο τύπου
φανταστικής εναλλακτικής ιστορίας, μα για ένα μυθιστόρημα επιστημονικής
φαντασίας που λαμβάνει χώρα στην μεταπολεμική Αμερική, μέσα από τα μάτια
κάποιων απλών ανθρώπων που οι ιστορίες τους συνδέονται. Μέσα από τις
καθημερινές ιστορίες των φανταστικών του ηρώων, ο συγγραφέας με γλαφυρό τρόπο
προσπαθεί να πλέξει και να παρουσιάσει στον αναγνώστη την εικόνα που θα είχε
αυτή η εναλλακτική Αμερική (μοιρασμένη ουσιαστικά μεταξύ της Αυτοκρατορικής
Ιαπωνίας και της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας) και εμμέσως πλην σαφώς να
περάσει τα μηνύματά του. Μια εικόνα, όπως θα λέγαμε «από τα κάτω», μέσα στον
μικρόκοσμο της καθημερινής ζωής απλών πολιτών με τις προκλήσεις που τους θέτει
η ρουτίνα τους. Κι εν ολίγοις, το βασικό μήνυμα είναι ένα: πως η κοινωνία των
ΗΠΑ, ασχέτως πολιτικού συστήματος και ιστορικών συνθηκών, ελάχιστα θα διέφερε
σ’ εκείνον τον φανταστικό κόσμο σε σχέση με το τι συνέβαινε στον πραγματικό
κόσμο της εποχής του Ντικ. Παρά όλους τους «φραγμούς» που τίθενται εκούσια ή
ακούσια λόγω των ραγδαίων αλλαγών σε επίπεδο κορυφής που συντελέστηκαν στην
σφαίρα της πολιτικής, η διάλυση της όποιας «οργανικότητας» στις κοινωνίες που
κάποτε ίδρυσαν οι πουριτανοί έποικοι στην νέα γη είναι αναπόφευκτη.
• Πράγματι, σου γεννά την ιδέα ενός εκκρεμούς
που καιρό πριν πετάχτηκε και σκάλωσε για πάντα στην αντίθετη πλευρά απ’ την
οποία και κουρδίστηκε για να γέρνει. Η όλη εικόνα θα μπορούσε να αναδύει μια
τραγικότητα, σαν εικόνα και μόνο, αν ο συγγραφικός χαρακτήρας του Ντικ δεν ήταν
τέτοιος ώστε να αποτρέπεται κάτι τέτοιο, ή έστω εάν η εν λόγω εν δυνάμει
τραγικότητα ήταν σ’ ένα κάποιο πιο «ρηχό» επίπεδο, πιο βατό και κατανοητό στον
αναγνώστη κι όχι τόσο «ανυπόφορα» βαθιά που να προκύπτει σχεδόν σαν ένα
βιολογικό φαινόμενο ανεξιχνίαστων αιτιών. Μια τραγικότητα πολύ λεπτής υφής, που
δύσκολα μπορεί κάποιος να εντοπίσει κι ακόμα δυσκολότερα να περιγράψει, εκτός
κι αν πρόκειται για μια διεισδυτική ματιά όπως εκείνη του Όσβαλντ Σπένγκλερ που μπορεί να εξιχνιάσει συναφή
φαινόμενα ακόμα και σ’ ένα ζωύφιο που κινείται εντός κάποιου κήπου.
• Ας μην μακρηγορούμε όμως με την παρακμή μιας
φανταστικής Αμερικής, συγκρινόμενη με την αντίστοιχη που υπάρχει στην
πραγματική ιστορία κι ας μεταφερθούμε σε εικόνες πιο γνώριμες. Σίγουρα, κάθε
Έλληνας ή έστω κάτοικος αυτής της χώρας έχει ακούσει για την περίφημη «λατρεία»
των Θεσσαλονικιών για την Χαλκιδική εν προκειμένου. Ειδικά τώρα τους θερινούς
μήνες. Ο «αυτοματισμός» που με ζήλο κινητοποιούνται, κυρίως τα σαββατοκύριακα
ώστε πάση θυσία να προσεγγίσουν μια παραλία κάπου εκεί πέρα και να περάσουν
κάποιες ώρες της ζωής τους, ξοδεύοντας τα όποια χρήματά τους σε μια βρώμικη και
άβολη ξαπλώστρα με ένα πλαστικό ποτήρι στο χέρι, πραγματικά συγκρίνεται μόνο με
καλοκουρδισμένα μα άμυαλα ρομπότ ή με ζώα που σε αγέλες μεταναστεύουν ανάλογα
με την εποχή και τις επιταγές των ενστίκτων τους. Επιτελώντας όμως αυτές τις
περιοδικές μεταναστεύσεις προς εκπλήρωση φυσιολογικών σκοπών. Ενδεχομένως και
οι ιθαγενείς βορειοελλαδίτες να πράττουν κάτι το συναφές έστω ασυνείδητα, που
όμως δεν δύναται να τεκμηριωθεί επιστημονικά προς το παρόν. Άγνωστοι αι βουλαί
της φύσεως…
• Τωόντι, ελάχιστα διαφέρει μια ακτή της
Χαλκιδικής ένα καλοκαιριάτικο σαββατοκύριακο, με στρυμωγμένους Αγριορωμιούς ο
ένας πάνω στον άλλο, με εικόνες από τροπικές ή πολικές ακτές όπου πιγκουΐνοι ή
θαλάσσια θηλαστικά κάνουν κάτι πολύ παρόμοιο στο πιο καλαίσθητο. Πιο
καλαίσθητο, ίσως γιατί στα συμπαθέστατα αυτά ζώα τα ένστικτα και οι γενετήσιες ορμές
τους λειτουργούν κατά τρόπο υγιή. Αντιθέτως, οι Γραικοί που συνωστίζονται στα
λεγόμενα «μπιτσόμπαρα» στην καλύτερη περίπτωση διασκεδάζουν την ανία που έχουν
συσσωρεύσει σ’ ένα μπαρ μέσα στην πόλη τον χειμώνα, πάνω σ’ ένα σταντ και δίπλα
από έναν κάδο σκουπιδιών κάνοντας ακριβώς το ίδιο. Ή στην χειρότερη απλά
ακολουθούν το υπόλοιπο κοπάδι χωρίς να μπαίνουν σε δυσάρεστες λειτουργίες όπως
αυτή της σκέψης.
• Ο παραλληλισμός σε σχέση με αυτήν τη
διαδικασία που άρρητα λειτουργεί στις σελίδες του Ντικ και την αντίστοιχη που
υπάρχει στη σαλονικιώτικη κοινωνία, και θα μπορούσαμε να περιγράψουμε και ως
«εκφυλιστική», νομίζουμε ότι είναι πολύ χαρακτηριστικός. Γι’ αυτό εξάλλου
θέλαμε να κάνουμε μια περιγραφή της κοινωνίας της πόλης του Θερμαϊκού
ξεκινώντας με αναφορά στο συγκεκριμένο λογοτέχνημα. Όμως με μια μεγάλη διαφορά:
η όποια παρακμή και διάλυση «εκεί» ή και εν γένει των δυτικών κοινωνιών
πρόκειται για πέρασμα στη σήψη έπειτα από μια μακρόχρονη περίοδο παραγωγής
πολιτισμού. Εδώ έχουμε μια κοινωνία που ζει την σήψη της μέσω μιας περιόδου
βαρβαρότητας, η οποία κι ήταν καλά συγκρατημένη πίσω από την σιδηρά πυγμή της
οθωμανικής εξουσίας, η οποία και λειτούργησε εν είδει μιας «προστατευτικής
συντήρησης». Αν λοιπόν κατά τον Ερνστ Γιούνγκερ στη Δύση το αποστειρωμένο και
«άσαρκο» πνεύμα κατίσχυσε πάνω στις ροές, τα ρεύματα και τα ορμέμφυτα της
πραγματικής ζωής, εδώ απλά τα μόλυνε ένα «νοθευμένο οινόπνευμα»…
• Και εδώ ακριβώς είναι που πρέπει να έρθουμε
αντιμέτωποι με ένα γνωστό μεθοδολογικό πρόβλημα που μπερδεύει την κρίση των
φιλοσοφούντων και κοινωνιολογίζοντων
σκεπτόμενων ανθρώπων. Προσπαθούμε να αναστοχαστούμε πάνω στην φύση των «δικών
μας» φαινομένων μέσω προκατασκευασμένων
σχημάτων, φτιαγμένα συνήθως για πολιτισμένες ή έστω γνήσιες κοινωνίες.
Τουτέστιν («γνήσιες») να καταφάσκουν στον εαυτό τους, όποιος κι αν είναι αυτός
και στην «αλήθεια» που ο ίδιος τους προσφέρει. Δεν μπορούμε συνεπώς να
κατανοήσουμε την ελλαδική ή εν προκειμένου θεσσαλονικιώτικη σύναξη ατόμων μέσω
των σχημάτων αυτών. Αυτά ακριβώς τα σχήματα πρέπει να συντριβούν και να
αντικατασταθούν, αν θέλουμε να προσεγγίσουμε τον γνήσιο «παλμό» του
βορειοελλαδίτικου αυτού ανθρωποστάσιου. Οι πολίτες που είναι συνάμα οπαδοί των
Παπαγεωργόπουλων, Ψωμιάδιδων και Μπουτάριδων δεν είναι και δεν ήταν ουδέποτε πολίτες
πέραν του ευφημισμού, μα απλά υπήκοοι. Υπήκοοι όμως μιας κατώτερης κλάσης απ’
τους αντίστοιχους ραγιάδες στους πασάδες και κατήδες του παρελθόντος, μιας και
πλέον οι νόρμες και τα κανονιστικά πλαίσια εκείνου του καιρού έχουν καταρρεύσει
για γνωστούς ιστορικούς λόγους.
• Κατά συνέπεια, αν θα θέλαμε να ήμασταν
συνεπέστεροι σε μια ανθρωπολογική παρατήρηση του φαινομένου θα μπορούσαμε να
χωρίσουμε σε γενικές γραμμές τους ταγούς και τις μάζες που τους ακολουθάνε σε
φυλάρχους και ιθαγενείς. Με πιο πρόσφατη και χαρακτηριστική περίπτωση τον
Τσετσένο πρόεδρο γνωστής βυζαντινοαθιγγανικής αθλητικής ομάδας της πόλης, που
χρησιμοποιεί έναν κακοποιημένο και σε ασπρόμαυρη έκδοση δικέφαλο αετό της
αρχαίας αυτοκρατορίας των Χετταίων ως τοτεμικό σύμβολο που κινητοποιεί τα
ένστικτα χιλιάδων φελάχων της τσιμεντένιας ζούγκλας, ενώ ο σοβιετικός
αποικιοκράτης «εξερευνάει» τους θησαυρούς της… Και μιας και θίγουμε τις φυλές
της στέπας που εγκαταστάθηκαν τα τελευταία χρόνια στην πόλη που κάποτε ήταν
τόπος Ελλήνων, δεν μπορούμε να παραλείψουμε τον όψιμο αστέρα του εθνικισμού και
θεράποντα της μουσικής τέχνης, τέως βουλευτή και νυν δημοτικό σύμβουλο,
Τουρκμενοποντιακής «εισαγωγής» και γαμπρό κοινοβουλευτικού αρχηγού κόμματος.
Γνωστού αρχηγού για τις αμέτρητες φορές που έχει καταδικάσει τον ναζισμό και
τον ρατσισμό τα τελευταία χρόνια. Τον αναφέρουμε για να αναρωτηθούμε σε σχέση
με την πολιτική του τοποθέτηση σε δύο θέματα: Πρώτον, για ποιόν ακριβώς
εθνικισμό αγωνίζεται. Δεύτερον, δεδομένης της μεγάλης συμπάθειας κι ένθερμης υποστήριξης των Τατάρων
συμπατριωτών του στον ελευθερωτή γερμανικό στρατό στα χρόνια του μεγάλου
πολέμου, να αναρωτηθούμε αν συμμερίζεται το αντιφασιστικό μένος και την ένθερμη
αγάπη του πεθερού του στους κοινοβουλευτικούς θεσμούς, το αστικό Σύνταγμα κοκ.
• Ο πρωτογονισμός και ο τραϊμπαλισμός, ακόμα και
σε πολύ ιλαροτραγικές εκδηλώσεις είναι λίαν εμφανείς μέσα στην αστική γεωγραφία
της πόλης, όσο κι αν η αίσθησή μας έχει υποστεί μιθριδατισμό. Πιο συγκεκριμένα:
είναι πολύ γνωστή η φράση «καθρεφτάκια στους ιθαγενείς» και η σημασία της.
Ελάχιστα όμως γνωστές είναι οι «λατρείες φορτίων» των κανιβάλων του Ειρηνικού.
Πιθηκίζοντας με κακές απομιμήσεις τα αεροδρόμια των Ευρωπαίων που έβλεπαν στα
νησιά τους, νόμιζαν ότι θα προσελκύσουν μαγικώ τω τρόπω τα «σιδερένια πουλιά των
θεών» (δηλαδή τα αεροπλάνα όπως τα είχαν «καταλάβει») και θα ανταμείβονταν με
φορτία με μέσα πλουσιοπάροχα αγαθά. Οι ανθρωπολόγοι μας διαβεβαιώνουν πως εδώ
και χρόνια αυτά τα φαινόμενα έχουν σχεδόν εκλείψει, μα ενδεχομένως μια πιο
διεισδυτική ματιά στους καθ’ ημάς «Θλιβερούς Τροπικούς» να έκανε κάποια μυαλά
να το ξανασκεφτούν. Μιας και δεν είναι λίγες οι στιγμές και τα μέρη που οι
«Πυγμαίοι» της πόλης συνωστίζονται έξω από στέκια της πόλης, από πιτσιρικάδες
χωριατόπαιδα φοιτητές που νομίζουν ότι κατέβηκαν στο Λας Βέγκας μέχρι
απελπισμένες σαραντάρες που πιστεύουν ότι πρωταγωνιστούν στο «Sex & the
City”. Με μοναδική κατάληξη να στοιβάζονται σε χώρους που δεν διαφέρουν και
πολύ από την γνωστή «παράγκα» στο θέατρο σκιών του περίφημου Καραγκιώζη. Με μια
όμως «τεράστια» διαφορά: εμπρός στα μάτια του μαγικά σκεπτόμενου βαλκάνιου
Μαορί τα ονόματα με λαμπερές πινακίδες τα έχουν όλα αυτά «αναβαπτίσει». Είναι
γνωστό πως οι λέξεις και τα ονόματα έπαιξαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στους
ανθρώπους των σπηλαίων, πιστεύοντας πως αυτά έφεραν το νόημα, την «ουσία» του
καθετί που είχαν να αντιμετωπίσουν και όχι αυτό στο οποίο οι λέξεις
αναφέρονταν. Επίσης, ήδη από την εποχή του Μαλινόφσκυ είναι γνωστό πως ο
ανιμιστικός και ο επιστημονικός τρόπος σκέψης μπορούν να συνυπάρχουν κάλλιστα.
Όσο «επιστημονικά» μπορεί να αντιλαμβάνεται τέλος πάντων τον κόσμο η κοινωνία
που σεμνύνεται τίμιες παντόφλες και κάστανα. Ένας συνδυασμός αυτών των δύο
διαπιστώσεων μπορεί να μας δώσει μια εξήγηση στο γιατί κάποιος ζει τον μύθο του
και αισθάνεται ότι βρίσκεται σε κάποιο λοφτ του Μανχάταν ας πούμε, ενώ κάθεται
αμήχανα με τις ώρες σε ένα παρατημένο γιαπί κοιτάζοντας το πανηγύρι της γυμνής
κυτταρίτιδας σε ρόλο κούνελων του “Playboy”. Πολύ απλά επειδή ονομάτισαν τον
τόπο, την περίσταση και την ομήγυρη με αντίστοιχες λέξεις, που στο απαίδευτο
μυαλό ηχούνε μαγικά. Και αυτή ακριβώς η απαιδεψιά είναι που μας επισημαίνει ότι
δεν πρόκειται για αυτόνομες κι ελεύθερες προσωπικότητες μα περισσότερο για
«κάτι» που εμπίπτει στα ενδιαφέροντα του Παβλόφ. Ένας ανιμιστικός τρόπος σκέψης
που οφείλει την ύπαρξή του μάλλον σε αταβιστικούς (αμυντικούς) μηχανισμούς των
υποκειμένων που κυκλοφορούν αποπροσανατολισμένα εν πλήρη απουσία νοήματος κι
αισθήματος δημιουργικότητας, αναζήτησης κάτι του αυθεντικού. Ένας ανιμιστικός τρόπος
σκέψης που δεν πρέπει να συγχέεται με τον ζωτικής σημασίας οργανικό ρόλο που
κατέχει η μορφή του σαμάνου ως θεματοφύλακα της παράδοσης, ως τον «σοφό» και
«ψυχολόγο», τον θεραπευτή της φυλής σε κοινότητες όπως των Εσκιμώων ή των
Μασάι.
• Θα ήταν παράλειψη, αφού κάνουμε λόγο περί
θρησκευτικότητας, και μάλιστα σε μια εποχή οικουμενικής απομάγευσης του κόσμου,
να μην θίξουμε τις μορφές που αυτή παίρνει σε έναν τόπο που απουσιάζει καθολικά
το πολιτικό αισθητήριο στον πληθυσμό και έρχεται με παράδοξο τρόπο το μαγικό
στοιχείο να το υποκαταστήσει. Μια περίεργη θρησκευτικότητα που σε ατομικό
επίπεδο κάνει την εμφάνισή της στα διάφορα δερματογραφήματα, συνήθως των νέων,
με (τυπική) αφορμή μια επέτειο, ένα αντικείμενο θαυμασμού, μια σημαίνουσα φράση
κτλ. Ένα περίεργο είδος «τάματος» πάνω στην πέτσα, που τείνει να υποκαταστήσει
τα διάφορα λεπτά φύλλα μετάλλου με επάνω χαραγμένα πρόσωπα, φράσεις κι όργανα
του σώματος που παραδοσιακά οι πιστοί αφιερώνουν κάτω από τις εικόνες. Στο
συλλογικό όμως επίπεδο, από τον Λευκό Πύργο ξεκινά κι εξαπλώνεται κάθε
«λυτρωτική» δοξασία πανελλαδικά που συνδυάζει προφητείες και εξωγήινους, σε
κάθε έκδοσή της. Με συνακόλουθους τους αντίστοιχους ηγετίσκους,
τηλεβιβλιοπώληδες, αυτόκλητους σωτήρες και προφήτες που ενθουσιάζουν τον
εκάστοτε Homo Pasokus να φαντασιώνεται ένα είδος «νέου Ανδρέα» στην συσκευασία
ενός Απόλλωνα με «πινελιές» από Τζεντάι και ίσως και E.T.… Το κύμα του
«ελληναραδισμού» που ξεκίνησε πίσω στα 90s επιβιώνει σταθερά μέχρι σήμερα είτε
σε έκδοση «Νεφελίμ», είτε στην μορφή του ευτραφούς Πατρινού που κατέχει
αμύθητης αξίας ομόλογα, αλλά και στις βδελοπούλιες πιο πρόσφατες εκδοχές του,
των ρουβλίων κάποιου καγκεμπίτη ηγέτη μεγάλης χώρας που θα τα στείλει για να
μας σώσουν. Η Θεσσαλονίκη με την διάχυτη θρησκευτικότητά της, πολύ εντονότερη
από κάθε άλλο σημείο της Ελλάδας, μ’ εξαίρεση το Όρος Άθως, είναι ο βούρκος που
αυτές οι προνύμφες εκκολάπτονται και ανδρώνονται ώστε να πετάξουν οπουδήποτε
αλλού στην χώρα.
• Εν κατακλείδι, δεν θα θέλαμε να δώσουμε την
λάθος εντύπωση ότι η παρακμή που δηλητηριάζει την λεγόμενη «συμπρωτεύουσα»
είναι χειρότερη ή πιο εκτεταμένη σε σχέση με τουλάχιστον τα υπόλοιπα αστικά
κέντρα της Ελλάδας. Ο δε λόγος που αναγκαστήκαμε να γίνουμε ιδιαιτέρως
δεικτικοί ήταν ακριβώς για να περιγράψουμε τα ιδιαίτερα τοπικά γνωρίσματά της,
όσο πιο καθαρά και σύντομα μπορούμε. Καθότι η φύση απεχθάνεται τα κενά σύμφωνα
και με το γνωστό κλισέ εξάλλου, η ίδια η δυναμική των πραγμάτων θα δώσει λύση,
όπως το έκανε πολλές φορές στην ιστορία. Η πιο πιθανή «επίλυση» που διαφαίνεται
στον ορίζοντα δεν είναι ούτε σβαστικοφόροι Άριοι από κάποιον εξωτικό Βορρά,
ούτε μια εξέγερση κάποιων ντόπιων εθνικιστών επαναστατών, μα μάλλον θα
προέρχεται από την μαζική εγκατάσταση των νέων κατοίκων, νέων ως επί το
πλείστον και στην ηλικία, που τους αποκαλούνε γενικά κι αόριστα «πρόσφυγες»,
ασχέτως του τι είναι στ’ αλήθεια. Και μέχρι τότε όλα τα κακώς κείμενα και τα
επιμέρους «τίποτα» θα καλυφθούν οριστικά από το πέπλο της Σαρίας.
Κ.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.