ΕΝΑ ΚΑΡΠΟΥΖΙ ΑΠ΄ΤΗ ΓΕΥΓΕΛΗ
Πάθος και έρωτας στην Μακεδονία
• Στα πλαίσια της φιλίας και της
αδελφοσύνης των λαών νέο σίριαλ αναμένεται να βγάλει ο Μανούσος Μανουσάκης. Το
βασικό μήνυμα, όπως εξάλλου σε όλα τα πετυχημένα και «ρεαλιστικά» του δημιουργήματα,
είναι πως η αγάπη που δεν έχει σύνορα και δεν συμβιβάζεται με εθνικά στερεότυπα
και κοινωνικά ταμπού πάντα θριαμβεύει.
• Κύριοι πρωταγωνιστές είναι ο Πέτρος
Παχουμίδης και η Σβετάγκα Λαζάροβα. Ο Πέτρος είναι ένας νεαρός αριστερός
ευτραφής Πόντιος από ένα χωριό του Κιλκίς. Η Σβετάγκα μια νεαρή σκοπιανοπούλα
από την Γευγελή.
• Η ιστορία ξεκινά όταν ο Πέτρος
μετακομίζει στην Θεσσαλονίκη όπου πέρασε φοιτητής. Εκεί μένει αρχικά στο σπίτι
του θείου του στην Καλαμαριά. Ο θείος του, σε αντίθεση με τους γονείς του είναι
έντονα πολιτικοποιημένος και τιμά την συμμορίτικη κληρονομιά της οικογένειάς
τους. Εργάζεται σαν δημόσιος υπάλληλος στην ΔΕΗ, όπου διορίστηκε κατά το
παρελθόν από την ΝΔ, για να τον καλοπιάσουν και να μην τους αποκαλεί
«φασίστες». Ο θείος του είναι κλασσικός κομμουνιστής με έντονη δραστηριότητα
στο «ΠΑΜΕ». Ο Πέτρος θα δεχθεί τους πρώτους μήνες που διαμένει μαζί του και με
την οικογένειά του έντονα πολιτικά ερεθίσματα και ζυμώσεις μιας και θείος του
θέλει να τον πολιτικοποιήσει.
• Ο Πέτρος, σαν γνήσιος χωριάτης 18 χρονών
με σπυριά στη μούρη και τρίχες αντί για μούσια, με χοντρό κώλο και τεράστια
γυαλιά μυωπίας, έχει μια έμφυτη τάση στην αριστερά. Αυτό τόσο λόγω
οικογενειακών καταβολών αλλά και ως επαρχιωτόπουλο έχει το κόμπλεξ να μην τον
περάσουν για «Χατζηχρήστο» και θέλει να αυτοπροβληθεί ως «κουλτουριάρης» και
«ψαγμένος». Επίσης γιατί δεν έχει τίποτα άλλο να προβάλλει. Συνεπώς ερχόμενος
στην «μεγάλη πόλη» προσπαθεί απελπισμένα να «εκσυγχρονιστεί» και έτσι περνά από
διάφορα σχήματα και γκρούπες της Αριστεράς έχοντας αρχικά ως σημείο αναφοράς το
ΚΚΕ και την φοιτητική του νεολαία κατά προτροπή του θείου του.
• Τελικά όμως, υπερβαίνοντας τις
οικογενειακές του καταβολές και εξελισσόμενος σε ακόμα πιο «προχώ», αλλά και
επειδή δεν κατάφερε να βρει σε κανένα από τα παλαιοκομμουνιστικά γκρουπούσκουλα
γκόμενα, καταλήγει ότι ο κλασσικός μπολσεβικισμός δεν του ταιριάζει κι
αποφασίζει να ενταχθεί στα πιο ανανεωτικά σχήματα της Αριστεράς του φοιτητικού
του περιβάλλοντος. Τυπικά όμως επικαλείται λόγους όπως το «πνεύμα του Μάη του
68», την «έμφυλη και σεξουαλική απελευθέρωση», τις «ανάγκες και την καταπίεση»
των διαφόρων μειονοτήτων και ό,τι άλλο άκουσε στα διάφορα «πηγαδάκια» και τις
συνελεύσεις από τους συντρόφους του. Τελικά εγγράφεται στην νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ,
όπου και αρχίζει να δραστηριοποιείται και ως ακτιβιστής…
• Σύντομα η νεολαία του και αυτός θα
μεταβούν με πούλμαν στην Γευγελή των γειτονικών Σκοπίων όπου και είχαν κοινή
εκδήλωση με την εθνικιστική νεολαία Γκρουέφσκι προκειμένου να δώσουν ένα ράπισμα
από κοινού στον «ελληνικό ιμπεριαλισμό» και τους «Έλληνες φασίστες» που
«καταπιέζουν» το «πολύπαθες μακεδονικό έθνος και την μακεδονική μειονότητα» εν
Ελλάδι. Αν και μέσα του η αλήθεια είναι ώρες- ώρες τον ξενίζει ο σκοπιανικός
εθνικισμός, εν τούτοις όμως, σαν γνήσιος κομμουνιστής (έστω και «ροζ») νιώθει
μια ακατανίκητη έλξη και ένα συναίσθημα υποταγής απέναντι σε κάθε τι το σλαβικό
(έστω κι αν λανσάρεται ως «μακεδονικό»). Έτσι θα πιάσει συζήτηση σε
κουτσουρεμένα αγγλικά σε κάποια στιγμή με τους σκοπιανούς συντρόφους του, στο
περιθώριο των εκδηλώσεων, όπου αυτοί παρίστανται με πλαστικές πανοπλίες και
περικεφαλαίες κρατώντας σάρισσες και
ασπίδες με τον ήλιο της Βεργίνας από φελιζόλ. Ο Πέτρος λίγο λόγω της παραπάνω
ρακής που ήπιε, λίγο λόγω του πάθους του να διαφωτίσει τους σλάβους γείτονες-
φίλους και κάτι τα γκομενάκια που ήταν μπροστά, προσπαθεί να κάνει τον έξυπνο,
να πείσει σε μια φάση τους Σκοπιανούς συντρόφους του σχετικά με την «κοινωνική
κατασκευή των εθνών και των έμφυλων ταυτοτήτων». Τελικά όμως δέχεται
αποδοκιμασία και ένας πιο θερμοκέφαλος απ’ την ομήγυρη τον μπουγελώνει πετώντας
του ένα ποτήρι με ανθρακούχα πορτοκαλάδα στην μούρη. Τότε ο νεαρός αγωνιστής,
έτοιμος να κλάψει και χωρίς να πει κουβέντα πηγαίνει γρήγορα να πλυθεί σε κάτι
βρώμικες χημικές τουαλέτες και εν συνεχεία κάθετε μόνος του σε μια γωνίτσα.
• Εκεί όμως συμβαίνει το αναπάντεχο, μια
νεαρή σκοπιανοπούλα, η Σβέτα, τον πλησιάζει και προσπαθεί να τον παρηγορήσει. Η
Σβέτα είναι μια ένθερμη πατριώτισσα 20 χρονών, μεγαλωμένη μέσα στα νάματα του
σλαβικού εθνικισμού και της εκεί ορθοδοξίας. Με σεμνή και ταπεινή εμφάνιση και
φυλάσσοντας την παρθενία της για την πρώτη νύχτα του γάμου της. Μορφή που
αμέσως θα εμπνεύσει οικειότητα στον Πέτρο, μιας και αν μη τι άλλο οι διαστάσεις
της περιφέρειάς της του θυμίζει την μάνα του στο χωριό, όπως και η αμφίεσή της.
Σύντομα θα ανοίξουν πολύ σοβαρή ιστορικοπολιτική συζήτηση όπου η Σβέτα θα του
αναπτύξει την θεωρία ότι τα ιερογλυφικά των πυραμίδων της Αιγύπτου είναι στην
«μακεδονική» γλώσσα, όπως και την θεωρία της «μακεδονικής» καταγωγής του Ιησού
Χριστού. Κι ο Πέτρος κάτι που του τρέχουν τα σάλια για την Σβέτα, κάτι που όπως
προείπαμε νιώθει μια έμφυτη υποταγή απέναντι σε οτιδήποτε το σλαβικό, θα την
ακούσει ευλαβικά κοιτώντας την στα μάτια μέσα απ’ τα μεγάλα γυαλιά του, χωρίς
να την διακόψει. Τελικά, αργά την νύχτα τα δύο πιτσουνάκια τρώνε μαζί ένα
καρπούζι από ένα χωράφι κάπου εκεί κοντά, στον κάμπο της Γευγελής, το οποίο και
βαφτίζουν από κοινού «μακεδονικό».
• Θα καταφέρει ο Πέτρος να αντιμετωπίσει και
να τα βγάλει πέρα με τον συναισθηματικό και πνευματικό κόσμο της Σβέτας; Θα
καταφέρει η Σβέτα, ως μια νεαρή κι ανήμπορη κορασίδα να αντιμετωπίσει τον
κοινωνικό της περίγυρο και να τους πείσει να αποδεχτούν τον Πέτρο; Θα καταφέρει
η αγάπη τους να υπερνικήσει τα εθνικά και γεωγραφικά σύνορα; Τελικά θα αντέξει
το ποντιοσλαβικό ζευγάρι να ανθίσει στην γη της Μακεδονίας; Θα ξεπαρθενιάσει ο
Πέτρος την Σβέτα (αλλά και η Σβέτα τον Πέτρο); Αυτά και άλλα πολλά στο νέο
πολυαναμενόμενο σίριαλ μέσα απ’ τη ζωή βγαλμένο…
Κ.Α.